Οι προτάσεις & θέσεις των Ελληνικών Οργανώσεων Διατήρησης Tοπικών Ποικιλιών σχετικά με τη νέα νομοθεσία για τους σπόρους
Ο προτεινόμενος νέος Ευρωπαϊκός Κανονισμός για την εμπορία σπόρων και πολλαπλασιαστικού υλικού, όπως παρουσιάστηκε μέχρι σήμερα στις πρόχειρες εκδόσεις του έχει κυρίως τρεις μεγάλες αρνητικές επιδράσεις - που θα εξηγηθούν στη συνέχεια λεπτομερέστερα - στη βιοποικιλότητα, τη γεωργία και την καθημερινή ζωή των πολιτών της Ευρώπης
Συγκεκριμένα:
1. Περιορίζει σημαντικά την υπάρχουσα γεωργική βιοποικιλότητα και ειδικά τις παραδοσιακές ποικιλίες
2. Επιδρά αρνητικά και περιοριστικά στα δικαιώματα και την ελευθερία των γεωργών και των καταναλωτών
3. Έχει σαν σκοπό την επιβολή των συμφερόντων της βιομηχανίας σπόρων και το χημικό, εντατικό μοντέλο γεωργίας
Οι παραπάνω αρνητικές επιδράσεις έχουν μεγάλη σημασία για την Ελλάδα, η οποία παρουσιάζει τις παρακάτω ιδιαιτερότητες:
έχει τεράστια γεωργική βιοποικιλότητα και κληρονομιά
υπάρχει ολοένα αυξανόμενο ενδιαφέρον από χιλιάδες πολίτες (γεωργούς και ερασιτέχνες) για τις παραδοσιακές ποικιλίες αλλά και καταναλωτές που αναζητούν την ποιότητα στα επώνυμα, τοπικά και ποιοτικά προϊόντα από αυτές τις ποικιλίες.
υπάρχει μεγάλο ποσοστό ιδιοπαραγόμενου σπόρου (που κρατά ο γεωργός από τη σοδειά του για σπορά) μέχρι και 80% στα σιτηρά.
υπάρχει έλλειψη εθνικής στρατηγικής και μέριμνας για τους φυτογενετικούς πόρους με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη διάλυση του ΕΘΙΑΓΕ και την υποxρηματοδότηση της Ελληνικής Τράπεζας Γενετικού Υλικού.
οι πολίτες, τελευταία, λόγω οικονομικής κρίσης εναποθέτουν σημαντικές ελπίδες στη γεωργία για την επιβίωσής τους
Αναλυτικότερα οι αρνητικές επιδράσεις του προτεινόμενου κανονισμού:
Μείωση της γεωργικής βιοποικιλότητας
Ο προτεινόμενος κανονισμός προάγει συστηματικά έναν συγκεκριμένο αριθμό ομοιόμορφων και παραγωγικών ποικιλιών που πληρούν τα κριτήρια εμπορίας και συγκεκριμένα τα κριτήρια διακριτότητας, ομοιομορφίας και σταθερότητας (ΔΟΣ), κριτήρια εγγραφής στα μητρώα εμπορεύσιμων ποικιλιών που δεν μπορούν, στο μεγαλύτερο βαθμό τους, να εκπληρώσουν βιολογικά οι παραδοσιακές ποικιλίες, οι πληθυσμοί, και γενικά οι ποικιλίες που παράγει ο γεωργός στον αγρό (παραδοσιακές ή νεώτερες). Ο κανονισμός προβλέπει ελαστικότερα κριτήρια μόνο για γνωστές παλιές ποικιλίες, ενώ για όλες τις άλλες ποικιλίες (ξεχασμένες παραδοσιακές ή και σπάνιες) απαιτεί κριτήρια ΔΟΣ αποκλείοντας τες έτσι από την αγορά. Όταν δε, νομιμοποιεί (με υποχρέωση καταβολής κόστους εγγραφής και πιστοποίησης σε ετήσια βάση) κάποιες από αυτές, τις περιορίζει γεωγραφικά στον τόπο καταγωγής τους. Επιπλέον αμφισβητείται η νομιμότητα των ανταλλαγών σπόρων από πολίτες και το σημαντικό έργο διατήρησης της βιοποικιλότητας από ομάδες πολιτών και δίκτυα. Τέλος σημαντικότατη αρνητική επίδραση έχει ο κανονισμός στη διατήρηση της γεωργικής γνώσης και κουλτούρας λόγω εξαφάνισης των παραδοσιακών ποικιλιών.
Περιορισμός των δικαιωμάτων γεωργών και καταναλωτών
Με βάση τη διακήρυξη της Διεθνούς Συνθήκης για τη Βιοποικιλότητα κατοχυρώνονται τα δικαιώματα του γεωργού πάνω στο σπόρο (Άρθρο 6: Δικαίωμα διατήρησης χρήσης, ανταλλαγής και διακίνησης ιδιοπαραγόμενου σπόρου). Ο κανονισμός καταστρατηγεί αυτά τα δικαιώματα αφού ποινικοποιεί τη διακίνηση του ιδιοπαραγόμενου σπόρου ακόμη και σε μικρές ποσότητες από τον γεωργό (εφόσον ο σπόρος του δεν μπορεί να εκπληρώσει τα κριτήρια εμπορίας) και τον υποχρεώνει να προμηθευτεί σπόρο συγκεκριμένων ποικιλιών (ομοιόμορφες ποικιλίες και
υβρίδια) που έχουν επιλεγεί για ένα βιομηχανικό μοντέλο γεωργίας. Επιπλέον η χρήση του σπόρου αυτού (πιστοποιημένου) επιβάλλεται για την καταβολή των επιδοτήσεων και έτσι αποθαρρύνεται ο παραγωγός να κρατήσει το δικό του σπόρο.
Με τον ίδιο τρόπο περιορίζεται η ελευθερία επιλογής του καταναλωτή να επιλέξει τροφή από παραδοσιακές ποικιλίες ή ποικιλίες και πληθυσμούς που προάγουν την ήπια, μειωμένων εισροών ή οικολογική γεωργία, καθώς στο μεγαλύτερο ποσοστό τους δεν πληρούν τα κριτήρια ΔΟΣ και συνεπώς δεν μπορούν οι ποικιλίες αυτές να καλλιεργηθούν νόμιμα.
Η βιομηχανία σπόρων επιβάλλει τα συμφέροντα της αγνοώντας τις ανάγκες και τη βούληση των πολιτών
Ο προτεινόμενος κανονισμός ενισχύει συστηματικά τον αθέμιτο ανταγωνισμό προς όφελος των μεγάλων εταιριών προωθώντας ένα ξεπερασμένο και χρεωκοπημένο αιτιολογικό: αυτόν της παραγωγικότητας. Κανένας λόγος δε γίνεται για τη γενετική διάβρωση και καμιά αναφορά για τη συνεισφορά των σπόρων του γεωργού (παραδοσιακές νεώτερες, πληθυσμοί) αλλά και των ποικιλιών οργανικής γεωργίας, στην εγγύηση της επάρκειας και ασφάλειας τροφίμων και το μέλλον της παγκόσμιας διατροφής με βάση την κλιματική αλλαγή. Απεναντίας ο προτεινόμενος κανονισμός λειτουργεί καταφανώς υπέρ της διάδοσης και του μονοπωλίου ποικιλιών προστατευμένων από πνευματικά δικαιώματα - με συνθήκες αδιαφάνειας ως προς τον τρόπο παραγωγής- και δεν κατασκευάστηκε για ποικιλίες που ανήκουν σε όλους και μπορούν ελεύθερα να αναπαράγονται από τους γεωργούς και τους ερασιτέχνες κηπουρούς
Με βάση τα παραπάνω, και έχοντας υπόψη τις ελληνικές ιδιαιτερότητες, ζητάμε από όσους θα αποφασίσουν για έναν νέο ευρωπαϊκό κανονισμό εμπορίας των σπόρων:
α. Την εξαίρεση από τα κριτήρια ΔΟΣ των παραδοσιακών ποικιλιών, των ποικιλιών ανοικτής γονιμοποίησης, των πληθυσμών και όσων ποικιλιών δεν υπόκεινται σε πνευματικά δικαιώματα και ανήκουν σε όλους. Το ίδιο και για όσα είδη είναι σπάνια και δεν παρουσιάζουν εμπορικό ενδιαφέρον.
β. Την εξαίρεση του γεωργού μικρής κλίμακας ως διακινητή και των ποικιλιών του από τον κανονισμό εμπορίας σπόρων, εφόσον πρόκειται για μικρές ποσότητες και συμβάλλουν στη διατήρηση της γεωργικής βιοποικιλότητας. Το ίδιο και για οργανώσεις πολιτών και δίκτυα διατήρησης.
γ. την κατάργηση κάθε μορφής παραβόλου εγγραφής παραδοσιακών ποικιλιών που προτείνεται από ομάδες πολιτών και δίκτυα και την απλούστευση των διαδικασιών εγγραφής η οποία δεν πρέπει να είναι υποχρεωτική.
δ. την τήρηση μόνο βασικών προδιαγραφών φυτικής υγείας, βλαστικότητας και εμπορίας για τις παραδοσιακές ποικιλίες και για όσες δεν πληρούν τα κριτήρια ΔΟΣ με απλή ενημέρωση του τελικού χρήστη.
ε. την διαφάνεια ως προς την γενεαλογική καταγωγή και τις μεθόδους παραγωγής , κάθε ποικιλίας που εγγράφεται στους εθνικούς καταλόγους.
στ. την εξαίρεση ανταλλαγής σπόρων και πολλαπλασιαστικού υλικού μεταξύ πολιτών ή γεωργών, ή μεταξύ πολιτών και γεωργών από τους σκοπούς του κανονισμού εμπορίας.
Τέλος, ανεξάρτητα, από την έγκριση ενός κανονισμού για την εμπορία σπόρων στη χώρα μας, ζητάμε από όσους έχουν την πολιτική ευθύνη και επηρεάζουν την διατήρηση των φυτογενετικών πόρων στην Ελλάδα να λάβουν υπόψη τα αιτήματα και τις ανησυχίες των πολιτών. Κάνουμε έκκληση να παραδοθούν προς χρήση οι νέες εγκαταστάσεις της Τράπεζας Γενετικού Υλικού και να στελεχωθεί ΑΜΕΣΑ.
Επίσης να υπάρξει ειδική μέριμνα για τις κρατικές συλλογές γενετικού υλικού διότι ΚΙΝΔΥΝΕΥΟΥΝ από εγκατάλειψη και να αξιοποιηθούν και πάλι για την παραγωγή ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΠΟΡΟΥ κατάλληλου για τη χώρα μας.
Συμμετέχουμε ως καλόπιστοι συνομιλητές, σε οποιαδήποτε ειλικρινή προσπάθεια να υπάρξουν κανόνες εμπορίας σπόρων προς ωφέλεια των γεωργών και πολιτών αυτής της χώρας, με κριτήριο την επάρκεια, ασφάλεια και ποιότητα της διατροφής και τη διατήρηση του γεωργικού πλούτου της Ελλάδας.
[Υπόμνημα της 29 Απριλίου 2013 προς την Ευρωπαϊκή επίτροπο της Ελλάδας Μ. Δαμανάκη σχετικά με την αναθεώρηση του νομικού πλαισίου για την εμπορία σπόρων και την ψηφοφορία της 6ης Μαϊου, όπως συντάχθηκε απο την Οργάνωση Αιγίλοπας, σε συμφωνία με τις Οργανώσεις Πελίτι και Αρχιπέλαγος]