Γεωργία και Κλιματική Αλλαγή: Πραγματικά προβλήματα, ψεύτικες λύσεις
[Σύνοψη μιας προκαταρκτικής αναφοράς από το Grupo de Reflexion Rural, του Biofuelwatch, του Econexus και του NOAH-Friends of the Earth Δανίας.
Των Helena Paul, Stella Semino, Antje Lorch, Bente Hesselund Andersen, Susanne Gura & Almuth Ernsting.
Από μία νέα αναφορά για την Γεωργία και την Κλιματική Αλλαγή που προετοιμάστηκε για την Συνδιάσκεψη για την Κλιματική Αλλαγή, Βόννη, Ιούνιος 2009].
Είναι ξεκάθαρο πως η βιομηχανική γεωργία προκαλεί την αλλαγή του κλίματος. Μπορούν, ωστόσο, οι αλλαγές στην γεωργία να βοηθήσουν επίσης στο να αμβλυνθούν τα προβλήματα της κλιματικής αλλαγής; Θα μπορούσανε οι μονάδες ρύπων [carbon credits: χρησιμοποιούνται στο εμπόριο αερίων ρύπων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου] να προωθήσουν τέτοιες αλλαγές; Αυτή η αναφορά δίνει μια σύντομη επισκόπηση του πως πρόσφατες και προτεινόμενες γεωργικές πρακτικές επιδρούν στην κλιματική αλλαγή και πως τα προτεινόμενα μέτρα για “Μετριασμό και Προσαρμογή” επιδρούν στην γεωργία. Εστιάζεται σε μορφές εντατικής, μεγάλης-κλίμακας (ή αλλιώς βιομηχανοποιημένης) γεωργίας. Επισκοπεί τις κύριες προτάσεις για τις διαβουλεύσεις σχετικά με τις μετά-το-2012 συμφωνίες για το κλίμα. Στο γενικότερο πλαίσιο αυτών των διαβουλεύσεων, ο όρος Μετριασμός περιγράφει μέτρα που έχουν να κάνουν με τις αιτίες της κλιματικής αλλαγής, ενώ η Προσαρμογή εστιάζεται σε μέτρα που έχουν να κάνουν με τα αποτελέσματα της κλιματικής αλλαγής.
Η βιομηχανική γεωργία όπως εφαρμόζεται ήδη, με τις μονοκαλλιέργειες και τη χρήση αγροχημικών σε ένα παγκοσμιοποιημένο σύστημα παραγωγής, είναι ένας από τους κύριους παράγοντες που προκαλεί την κλιματική αλλαγή. Προκαλώντας εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (GHG) μέσα από αλλαγές στην χρήση της γης και την απώλεια/ υποβάθμιση των εδαφών, μέσω των αγροτικών τεχνολογιών [γ.τ.ο.] και την εκτροφή ζώων. Την ίδια στιγμή, η κλιματική αλλαγή είναι ήδη πολύ σοβαρή και αναμένεται να χειροτερέψει, προκαλώντας την απώλεια εδάφους και απρόβλεπτες αλλαγές των φυσικών συνθηκών ανάπτυξης.
Γεωργικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και Μονάδες Ρύπων.
Παρόλα αυτά , σε πολλά κέντρα αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένου της Συνδιάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για την Kλιματική Aλλαγή (UNFCCC), η περαιτέρω εντατικοποίηση της βιομηχανικής γεωργίας προτείνεται ως λύση στα προβλήματα της κλιματικής αλλαγής στα οποία από την αρχή συνεισέφερε, χωρίς να αναλύεται η επίδραση της γεωργίας στην κλιματική αλλαγή. Στις πρόσφατες διαπραγματεύσεις για μια νέα συμφωνία για το κλίμα η οποία υποτίθεται θα αντικαταστήσει το πρωτόκολλο του Κιότο το 2012, οι γεωργικές πρακτικές προτείνονται ως μέσο μετριασμού των κλιματικών αλλαγών και ως κομμάτι του εμπορίου ρύπων. Ένα ιδιαίτερο σημείο στο οποίο εστιάζεται η συζήτηση είναι η αποθήκευση-δέσμευση του CO2 και άλλων μορφών άνθρακα στο έδαφος (Carbon Soil Sequestration).
Ένα ερώτημα το οποίο πρέπει να τεθεί αρχικά είναι το πόσες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έχουμε ήδη. Περίπου 40% των εδαφών παγκοσμίως χρησιμοποιούνται για τη γεωργία, π.χ. για παραγωγή καρπών, βοσκότοπους μόνιμες καλλιέργειες συμπεριλαμβανομένων και αγρο-δασικών εκτάσεων. Ένα τρίτο των καλλιεργήσιμων εδαφών χρησιμοποιείται για την παραγωγή ζωοτροφών. Τα τελευταία 40 χρόνια, 130 εκ. στρέμματα γης, περιλαμβάνοντας 60 εκ. στρέμματα δασικών εκτάσεων, μετατρέπονταν σε αγροτικές εκτάσεις κάθε χρόνο, οδηγώντας σε εξάντληση της οργανικής ύλης και σε εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τα εδάφη. Την ίδια στιγμή, η βιομηχανία κρέατος και γάλακτος εκπέμπει μεθάνιο και οξείδιο του Αζώτου [αέρια του θερμοκηπίου, κατά πολύ ισχυρότερα από το διοξείδιο του Άνθρακα]. Η οικονομική ανάπτυξη, τα βιομηχανοποιημένα συστήματα εκτροφής ζώων, η μεγαλύτερη κατανάλωση κρέατος, οι πολιτικές ελεύθερου εμπορίου και η παραγωγή βιομάζας έχουν συμβάλλει σημαντικά σε αυτή την εξέλιξη. Μελλοντικές τάσεις όπως η περαιτέρω εντατικοποίηση της γεωργίας εξαρτώμενη από αγροχημικά και άρδευση, η αυξημένη και εντατικοποιημένη κρεατοπαραγωγή, η αυξημένη παραγωγή γεωργικών προϊόντων πέρα από αυτά για διατροφή και ζωοτροφές (βιομάζα, αγροκαύσιμα, βιοπλαστικά) προς αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων θα αυξήσουν αυτή την τάση. Το ελεύθερο εμπόριο των αγροτικών προϊόντων παίζει επίσης ένα διπλό ρόλο εδώ γιατί η εισαγωγή ζωοτροφών και αγροτικών προϊόντων επιτρέπει τις (πλούσιες) χώρες εισαγωγής να προβάλλουν μειωμένες εκπομπές αερίων μιας και οι εκπομπές των χωρών παραγωγής δεν συνυπολογίζεται σε αυτές των χωρών εισαγωγής. Ενώ οι εκπομπές CO2 αυξήθηκαν από το 2005, όταn το πρωτόκολλο του Κιότο ήρθε σε ισχύ, το ίδιο αυξήθηκε και το εμπόριο ρύπων (μονάδες μείωσης εκπομπών CO2). Το 2008 το εμπόριο ρύπων αυξήθηκε κατά 83% μέσα σε ένα μόνο χρόνο φτάνοντας τις 4.9 εκ. μονάδες CO2 (CO2e) και οι πλειοψηφία των προτάσεων για τις μετά το 2012 συμφωνίες για την κλιματική αλλαγή στοχεύουν σε παραπέρα αύξηση τους, περιλαμβάνοντας το έντονα αποδοκιμασμένο Μηχανισμό Καθαρής Ανάπτυξης (Clean Development Mechanism-CDM). Σήμερα η γεωργία- ή καλύτερα η εταιρείες φυτειών και της αγρο-βιομηχανίας- επωφελείται από περίπου το 10% των μονάδων [πίστωσης-εμπορίου] CDM, περιλαμβάνοντας την διαχείριση ζωικών αποβλήτων, την παραγωγή θερμότητας από φοινικέλαιο, και την χρήση αγροτικών υπολειμμάτων για την παραγωγή βιομάζας. Ωστόσο, μονάδες για την δέσμευση CO2 στο έδαφος δεν έχουν γίνει δεκτές μέχρι τώρα από το UNFCCC. Στην περίπτωση των μονοκαλλιεργειών χωρίς άρoση [εννοώντας την μη-ανάγκη άρoσης για το έλεγχο των ζιζανίων, με χρήση χημικών ζιζανιοκτόνων] ως μέθοδο δέσμευσης CO2, είναι στοιχειοθετημένο πως περισσότερο βλάπτεται το κλίμα ενώ το έδαφος μπορεί να οργωθεί οποιαδήποτε στιγμή, εκπέμποντας και πάλι CO2. Και για το βιοκάρβουνο [κάρβουνο από την πυρόλυση βιομάζας ως μέθοδο δέσμευσης άνθρακα] δεν υπάρχει κάποια εμπεριστατωμένη πληροφορηση για την μοίρα του στο έδαφος, ενώ το μαύρο κάρβουνο που θα απελευθερώνεται στον αέρα μέσω των διαδικασιών του βιοκάρβουνου θα μπορούσε σοβαρά να συνεισφέρει στην κλιματική αλλαγή.
Τα ζητήματα που θέτονται μπροστά στους διαπραγματευτές περιλαμβάνουν το ερώτημα του τι είδους γεωργία θα ήταν το πιο πιθανό να επιδοτηθεί μέσα από το εμπόριο ρύπων; Θα είναι απαραίτητα μια αειφορική μορφή γεωργίας; Η σχετική λίστα που προτάθηκε πρόσφατα από το UNFCCC περιλαμβάνει ένα αριθμό αμφισβητούμενων πρακτικών οι οποίες πιθανόν θα εντείνουν την βιομηχανική γεωργία, όπως για παράδειγμα η παραγωγή αγροκαυσίμων, υποστηρίζοντας πως είναι φιλικές προς το κλίμα, παρόλα τα ατράνταχτα στοιχεία και διασταυρωμένες έρευνες που δείχνουν ότι επιταχύνουν την παγκόσμια θέρμανση. Μη-βιομηχανικές μορφές γεωργίας από αγρότες μικρής κλίμακας που στηρίζουν την βιοποικιλότητα είναι ωστόσο απίθανο να στηριχθούν. Ο στόχος της προστασίας των δασών μέσα από το REDD ήδη υπονομεύεται σοβαρά από το γεγονός ότι o ορισμός του UNFCCC για τα “δάση” περιλαμβάνει τις βιομηχανικές φυτείες δέντρων και θαμνώδεις εκτάσεις.
Προτάσεις για την δέσμευση CO2 στο έδαφος: Μη-άροση και βιοκάρβουνο
Στην γεωργία της μη-άροσης (NT ή No-Till), οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου εννοείται ότι θα μειωθούν με το να μην διαταράσσεται το έδαφος με το όργωμα. Υπάρχουν πολλές μορφές αυτής της πρακτικής, ωστόσο η κυρίαρχη είναι το να σπέρνονται (ή να φυτεύονται σε γραμμές) οι σπόροι πάνω στα υπολείμματα της προηγούμενης σοδειάς και να διαχειρίζονται τα ζιζάνια με την εφαρμογή ζιζανιοκτόνων. Ακόμη κι αν για τις γενετικά τροποποιημένες (γ.τ.) ποικιλίες δεν ξοδεύτηκε χρόνος σε τεχνολογικές εξελίξεις πάνω σε ποικιλίες για το ίδιο μοντέλο παραγωγής εντατικών μονοκαλλιεργειών οι οποίες ήδη προκαλούν τώρα προβλήματα. Οι γ.τ. ποικιλίες είναι επίσης θεμελιώδους σημασίας για τη ανάπτυξη της βιο-οικονομίας, όπου τα προϊόντα ορυκτών καυσίμων θα αντικατασταθούν από προϊόντα προερχόμενα από βιομάζα. Με το να αυξάνεται το απαιτούμενο ποσό βιομάζας εμφανίζονται μεγάλες επιπλοκές στην χρήση του εδάφους και την κλιματική αλλαγή στο μέλλον.
Εκτός από το να αυξάνεται η παραγωγή ανά στρέμμα, μια άλλη γενική πρόταση είναι να αυξηθεί το ποσοστό των εδαφών για την γεωργία, χρησιμοποιώντας τα λεγόμενα “περιθωριοποιημένα” εδάφη [μη χρησιμοποιούμενα εδάφη καλλιεργήσιμα μόνο υπό συνθήκες συμφέρουσας τιμής των προϊόντων]. Τα μη-χρησιμοποιούμενα εδάφη είναι ωστόσο σπάνια. Αντιθέτως τα περισσότερα από αυτά είναι κοινόχρηστης / κοινοτικής χρήσης, τα οποία χρησιμοποιούνται συλλογικά από ντόπιους που πιθανόν δεν κατέχουν ατομικούς τίτλους ιδιοκτησίας, τα χρησιμοποιούν εντουτοις ως ζωτικές πηγές πόσιμου νερού, (επιπρόσθετης) πηγής τροφής, φάρμακων και υλικών, και/ή ως χώρους εκτατικής βόσκησης ζώων. Ότι εμφανίζεται ως περιθωριοποιημένη γη, συχνά είναι γη που χρησιμοποιείται από “περιθωριοποιημένους” ανθρώπους, από τα οικονομικώς αδύναμα κομμάτια των κοινοτήτων. Τέτοιες εκτάσεις είναι επίσης σημαντικές για την βιοποικιλότητα, την παροχή νερού και την αναγέννηση των οικοσυστημάτων.
Το παραλειπόμενο κομμάτι της γεωργίας: Η βιομηχανία εκτροφής ζώων και παραγωγής ζωοτροφών.
Οι προτάσεις για την μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από την γεωργία συχνά εστιάζονται στην φυτική παραγωγή ή τα εδάφη, ενώ η ζωική παραγωγή παραβλέπεται, παρόλο το γεγονός ότι της καταλογίζονται σημαντικά ποσά εκπομπών CO2, NΟ2, CH4 και ΝΗ3. Οι βιομηχανικές φάρμες εκτροφής ζώων προκαλούν δύσλυτα προβλήματα, με την μόλυνση νερού, εδάφους και αέρα. Σημαντικές εκτάσεις της παγκόσμιας γης χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ζωωτροφών. Η βιομηχανική ζωική παραγωγή έχει αντικαταστήσει το μοντέλο της πολυλειτουργικής φάρμας που χρησιμοποιεί τοπικά παραγόμενα υπολείμματα, πλούσια σε θρεπτικά συστατικά, από αγροκτήματα και νοικοκυριά, με το μοντέλο των γενετικά ομοιόμορφων ζώων, επιλεγμένων για υψηλές αποδόσεις, τα οποία απαιτούν τυποποιημένη τροφή, αυξημένη κτηνιατρική φροντίδα και ελεγχόμενο περιβάλλον για την αποφυγή μολύνσεων. Η παραγωγή μιγμάτων ζωοτροφών (compound feed) συναγωνίζονται την παραγωγή τροφίμων και μεταφέρονται σε μεγάλες αποστάσεις, έχοντας αρνητικές συνέπειες για το κλίμα.
Μια δραστική μείωση της κατανάλωσης κρέατος και γάλακτος θα είχε έτσι ένα σημαντικό θετικό αντίκτυπο στο κλίμα. Θα είχε επίσης μια θετική επίδραση στην υγεία του παγκόσμιου πληθυσμού, μιας και ένα δισεκατομμύριο ανθρώπων είναι υπέρβαροι- σχεδόν και όσοι υποσιτίζονται. Μια αλλαγή προς ολοκληρωμένα, πολυλειτουργικά συστήματα και εκτατικού τύπου χρήση των βοσκότοπων μπορούν να συνδράμουν στις θετικές επιπτώσεις της γεωργίας. Οι βοσκότοποι και τα μηρυκαστικά ζώα έχουν εξελιχθεί μαζί. Η εκτατική βόσκηση θα πρέπει να στηριχθεί για να διατηρηθούν οι βοσκότοποι ως μεγάλες “δεξαμενές” αποθήκευσης του άνθρακα και ως οικοσυστήματα.
Ωστόσο, οι πρόσφατες προτάσεις στοχεύουν σε ακόμα πιο εντατική ζωική παραγωγή με ζώα εκτρεφόμενα για υψηλότερα ποσοστά εκμετάλλευσης των ζωοτροφών, ώστε να μειωθεί η μείωση των αερίων του θερμοκηπίου ανά μονάδα παραγωγής. Παρόλα αυτά, τέτοιου τύπου υπολογισμοί δεν σχετίζονται με την πραγματικότητα παρά μόνο όταν συμπεριλαμβάνουν ολόκληρο τον βιολογικό κύκλο, μαζί με την παραγωγή ζωοτροφών. Το ίδιο ισχύει και για τα συστήματα ιχθυοκαλλιεργειών όπου, για παράδειγμα, φαινόμενα όπως η διασταύρωση σολομών από ιχθυοτροφεία με άγριους σολομούς ή η αποψίλωση δασών για την δημιουργία εκτροφείων γαρίδας δεν λαμβάνονται υπόψη. Άλλα προγράμματα στοχεύουν στην μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τα μηρυκαστικά ζώα, ωστόσο έχοντας υπόψη πως οι μεθανογενείς μικροοργανισμοί που χωνεύουν την τροφή στο έντερο, είναι από τους λιγότερο κατανοητούς, οποιαδήποτε πρόγραμμα που στοχεύει στην αλλαγή των εντερικών ζυμώσεων των βοοειδών είναι εντελώς εκτός πραγματικότητας.
Συμπεράσματα
Η γεωργία παίζει σημαντικό ρόλο στην κλιματική αλλαγή, τόσο ως συντελεστής εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου όσο και ως δυνητικός συντελεστής μείωση των αρνητικών επιπτώσεων. Ωστόσο, το τωρινό φάσμα των προτεινόμενων τεχνικών λύσεων, όπως το βιοκάρβουνο, η γεωργία μη-άροσης με τη χρήση γ.τ. ποικιλιών ανθεκτικών σε ζιζανιοκτόνα, η αντικατάσταση των ορυκτών προϊόντων ενέργειας με αγροτικές πρώτες ύλες, η δυνητική ανάπτυξη γ.τ. ποικιλιών με εντελώς νέα χαρακτηριστικά, και η εκτεταμένη εξάπλωση μονάδων επεξεργασίας βιομάζας, καθώς και η αυξανόμενη τάση να συμπεριλαμβάνονται όλα αυτά και άλλα περισσότερα στο εμπόριο εκπομπών αερίων είναι ένας αντιπερισπασμός αυτού που πραγματικά απαιτείται να γίνει.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων η επίδραση και οι πιθανές αρνητικές επιπτώσεις των προτεινομένων μέτρων δεν έχουν ακόμη αναλυθεί, ενώ οι νέες ποικιλίες φυτών είναι ακόμα σε πρώιμο στάδιο ανάπτυξης. Σε γενικές γραμμές, απλά δεν υπάρχει αρκετή γη για συμπεριληφθεί στα σχέδια των προτεινόμενων προγραμμάτων, ενώ ο κίνδυνος έγκειται στο ότι το ενδεχόμενο να θεσπιστούν οι όροι εμπορίου αέριων ρύπων θα δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερη πίεση στους μικρο-παραγωγούς και τους περιθωριοποιημένους πληθυσμούς οι οποίοι ζουν στην λεγόμενη περιθωριοποιημένη γη. Οι προτάσεις, μακράν από το να μετριάζουν την κλιματική αλλαγή, αναμένεται να την επιδεινώσει σημαντικά, καθώς επίσης και να έχει συντριπτικές επιπτώσεις στην βιοποικιλότητα. Παρόλα αυτά, υπάρχουν εναλλακτικές για μια χρήση της γεωργίας που θα μετριάζει την κλιματική αλλαγή: η αναστροφή των εντατικών μορφών γεωργίας, η μείωση της εξάρτησης από τα αγροχημικά και η δραστική μείωση της κατανάλωσης κρέατος. Η πρόκληση για μια συμφωνία για το κλίμα μετά το 2012 πρέπει ωστόσο να αντεπεξέλθει στις πιέσεις των εταιρειών-που αναμένουν κερδοφορίες και την θέσπιση του εμπορίου αερίων ρύπων στις αγροτικές πρακτικές-και να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες αλλαγής προς μια βιώσιμη και φιλική προς το κλίμα γεωργία.
- Η τελική σύνοψη (εδώ) και η αναφορά (εδώ) σε pdf (Σεπτ. 2009)
Μετάφραση-Επιμέλεια: